Μπορίς Ακούνιν:Ανατολή και Δύση

Κεφαλαίο 1ο
Ο Χατζι Μουράτοβ κατέβηκε από τα βουνά για να ξεδώσει λιγουλάκι πολεμώντας. Οι Μιουρίντοι[1] του είχαν βαρεθεί να κάθονται στις σκοτεινές στενές σπηλιές και επιπλέον έπρεπε να εκδικηθούν τους απίστους για το θάνατο του Μεγάλου Ιμάμη που τον είχαν σκοτώσει ύπουλα με ένα πύραυλο από τον ουρανό. Προχωρούσαν με το φορτηγό στον λείο ασφαλτόδρομο. Πότε, πότε έπεφταν σε εμπόδια αλλά, δόξα τον Αλλάχ, οι Ρώσοι ήταν πεινασμένοι για μπακσίσι και το ασήμι του Μουράτοβ ήταν αρκετό. Ήδη είχε αρχίσει να σκέφτεται ότι θα μπορούσε να φτάσει μέσω της πλατιάς πεδιάδας μέχρι και την ιδία την πόλη των Γκιαούρηδων η οποία, εάν πίστευε κάποιος στην τηλεόραση, έλαμπε και δεν είχε γνωρίσει τον πόλεμο. Αλλά την αυγή, στην είσοδο του μεγάλου συνοικισμού που ο Ναϊμπ δεν θυμόταν το όνομα του, η τύχη του τον εγκατέλειψα. Στο βουνό του συνοικισμού, ο επικεφαλής της φρουράς αποδείχτηκε πολύ τίμιος ή ίσως και πολύ χαζός, δεν δέχτηκε χρήματα και άρχισε να πυροβολεί. Οι Νουκέρνοι[2] σκότωσαν τον πεισματάρη αξιωματικό και τους ανθρώπους του, αλλά μετά από αυτό στάθηκε αδύνατον να συνεχίσουν την πορεία τους. Οι πολεμιστές ξεχύθηκαν στους δρόμους, πυροβολώντας για εκφοβισμό τα παράθυρα των σπιτιών, ενώ από όλες τις πλευρές ήδη είχαν μαζευτεί στρατιώτες και Κοζάκοι.
- Ας είναι εδώ, αποφάσισε ο Χατζι, αυτό το μέρος δεν είναι χειρότερο από οποιοδήποτε άλλο. Μετάνιωσε μόνο για το ότι δεν θυμόταν πως ονομαζόταν το χωριό όπου ήταν γραφτό να συναντηθεί με τον Αλλάχ. Στο κέντρο του συνοικισμού βρισκόταν ένα μεγάλο άσπρο σπίτι με χοντρούς τοίχους περιτριγυρισμένο από ένα ψηλό φράχτη. Σε ένα τέτοιο σπίτι θα μπορούσε να αμυνθεί κάποιος για πολύ. Οι άνθρωποι του Μουράτοβ μπήκαν τρέχοντας στο βεστιάριο, ακροβολίστηκαν στα παράθυρα, έβγαλαν προς τα έξω τις κάνες των αυτόματων και άρχισαν να πυροβολούν. Ξαφνικά όμως οι γκιαούρηδες σταμάτησαν να απαντούν στα πυρά αν και στους δρόμους βρισκόταν όλο και περισσότερα αντιπυραυλικά και στον ουρανό βούιζαν πολεμικά ελικόπτερα. Μετά πλησίασε ο Κούρμπαν και είπε:
- Άσχημα τα πράματα, Χατζί δεν πυροβολούν, γιατί είμαστε σε νοσοκομείο.

Κεφάλαιο 2ο
Αφού πληροφορήθηκε ότι οι Τσετσένοι Αμπρέκοι είχαν καταλάβει το νοσοκομείο όπου βρισκόταν εκατοντάδες ειρηνικοί πολίτες, ο πρωθυπουργός Βίκτωρ Στεπάνοβιτς Λόρις Μελίκοβ στράφηκε στις εικόνες και σταυροκοπήθηκε. Είχε έρθει η ώρα την οποία με φόβο περίμενε από την ημέρα, που είχε αποφασίσει να πάρει το δρόμο του κοινωνικού έργου. Ήξερε ότι αργά ή γρήγορα η τύχη θα του έβαζε το δίλλημα το οποίο στην ουσία δεν ήταν καν δίλλημα. Ο Βίκτωρ Στεπάνοβιτς πάντα έλεγε ότι ο άνθρωπος που αφιέρωσε τη ζωή στο λαό του έπαυε να ανήκει στον εαυτό του. Τώρα είχε φτάσει η στιγμή που αυτά τα λόγια έπρεπε να επιβεβαιωθούν στην πράξη.
- Να προετοιμαστεί το αεροπλάνο μου, είπε στον βοηθό του, αναχωρώ. Ο βοηθός του υπενθύμισε:
- Η Αριάνα Αρκάντεβνα ζήτησε την πάρετε τηλέφωνο.
- Ναι, ναι αργότερα, κούνησε το κεφάλι του, ο Λορίς Μελίκοβ και υποσχέθηκε στον εαυτό του, ότι προς το παρόν δεν θα σκεφτόταν την γυναίκα του – τώρα χρειαζόταν άκαμπτη σκληρότητα.

Κεφάλαιο 3ο
Οι Μιουρίντοι με σεβασμό παρατηρούσαν τον Χατζί που ήταν γονατισμένος πλάι στην εφημερίδα του τοίχου «Η φροντίδα μας» είναι υγεία των εργαζομένων προσευχόταν στον παντοδύναμο:
- Φώτισε με, δίδαξε με, ψυθίρισε ο μουράτοβ ακουμπώντας το μέτωπο στον παγωμένο μουσαμά, τι να κάνω δεν πρέπει να υποφέρουν οι αθώοι.
Το νοσοκομείο πολιορκούνταν από όλες τις πλευρές. Οι Μιουρίντοι είχαν προσπαθήσει να ελευθερώσουν δια μέσω της εισόδου του προσωπικού τουλάχιστον τις λεχώνες, μόλις άνοιξαν οι πόρτες άρχισαν αδιακρίτως να πυροβολούν από την πλατεία με ένα όπλο μεγάλου βεληνεκούς, μια γυναίκα σκοτώθηκε και δύο τραυματίστηκαν. Πως θα έβγαζαν από εκεί μέσα τους ασθενείς και τους γιατρούς για να μην εμποδίζουν τη μάχη. Αφού ο Προφήτης λέει: ναι, να μην είναι εχθροί σου οι μικροί και οι αδύναμοι. Ο Αλλάχ δεν έδινε απάντηση. Ούτε ο Ίδιος δεν ξέρει, πώς να φερθεί.

Κεφάλαιο 4ο
Το αεροδρόμιο Μινβόντι έμεινε πίσω. Η υπουργική πομπή με ιλλιγιώδη ταχύτητα περνούσε από τις σκονισμένες επαρχίες. Ο Λορίς Μελίκοβ για μία ακόμη φορά αναρωτήθηκε, αλλά χωρίς καμία ελπίδα πια, μήπως υπάρχει κάποια διαφορετική διέξοδος. Όχι δεν υπήρχε άλλη διέξοδος. Είναι αυτονόητο ότι δεν πρέπει να υποκύψουν στα αιτήματα των ληστών. Αρκεί μια φορά να υποχωρήσουμε και θα ξεκινούσε ολόκληρο όργιο απαγωγών και αιχμαλωσιών. Κάθε ζωή που θα εξαγοραστεί σήμερα, αύριο και μεθαύριο, θα ξεπλυθεί με εκατοντάδες και χιλιάδες θανάτους. Όχι-όχι οι ισραηλινοί έχουν χίλιες φορές δίκιο καμία υποχώρηση, καμία συμφωνία, κανένα παζάρι. Να πληρώσεις μια φορά τη ζωή με αίμα για να μην χρειαστεί να πληρώσεις ξανά και ξανά. Με την εξουσία, που δόθηκε από τον Θεό και τον Ηγεμόνα στον Λορίς Μελίκοβ, παίρνει την ευθύνη πάνω του. Εκμεταλλευόμενος τη νύστα του υπασπιστή του ο πρωθυπουργός τράβηξε κρυφά κάτω από το πουκάμισο του ένα χρυσό μενταγιόν και φίλησε την κρυμμένη σε αυτό γυναικεία φωτογραφία. Συγχώρεσε με, θησαυρέ μου, και μην με κατακρίνεις. Ο συνταγματάρχης Βίκτωρ Στεπάνοβιτς άγγιξε προσεκτικά τον υπασπιστή στον ώμο.
- Αλοϊζι Χριστοφόροβιτς, ξυπνήστε. Συνδέστε με αγαπητέ μου με τον Μουράτοβ.

Κεφάλαιο 5ο
Το τηλέφωνο στο γραφείο του αρχίατρου δεν είχε δώσει σημείο ζωής για πολλές ώρες και εκοφαντικά χτύπησε. Ο Κουρμπαν ανέφερε ότι με τον Ναϊμπ θέλει να μιλήσει ο πιο σημαντικός επικεφαλής των γκιαούρηδων, Λορίς Μελίκοβ, άσπονδο εχθρό του τσετσενικού λαού. Ο Χατζί πηρέ το ακουστικό με ένα βαρύ προαίσθημα. Ο πρωθυπουργός θα πει: Παραδώσου Μουράτοβ και επέτρεψε στους αθώους να βγουν έξω. Αλλιώς το όνομα σου θα είναι αιώνια ατιμασμένο και η τιμή σου θα σπιλωθεί.
- Εγώ, είπε κοφτά ο Χατζί στο μικρόφωνο και έκλεισε τα μάτια, χωρίς ακόμα να έχει αποφασίσει πως θα απαντούσε. Τι κρίμα που ο Αλλάχ με την απέραντη σοφία απαγόρευε την αυτοκτονία.
- Χατζί Μουράτοβ, με ακούτε; Ακούστηκε μια φωνή γνωστή στον Ναϊμπ από την τηλεόραση.
- Ναι.
- Χατζι μουράτοβ εσείς είστε;, ρώτησε ο Βίκτωρ Στεπάνοβιτς χωρίς να είναι βέβαιος αν ο άνθρωπος που απάντησε μονοσύλλαβα ήξερε αρκετά ρωσικά.
- Δεν πρόκειται να διεξάγω μαζί σας διαπραγματεύσεις μέχρι τη στιγμή που όλοι οι άρρωστοι και το προσωπικό του νοσοκομείου θα είναι ελεύθεροι. Με καταλάβατε; Σιωπή. Αντί για όλους αυτούς τους ανθρώπους προτείνω εμένα ως όμηρο, είπε ο Λορίς Μελίκοβ, αρθρώνοντας καθαρά την κάθε λέξη. Τότε θυμήθηκε ότι δεν είχε περάσει πολύς καιρός που ένας από τους πολιτικούς, στην προεκλογική του εκστρατεία, είχε προτείνει να τον ανταλλάξουν όλου ς τους Καυκάσιους όμηρους чохом και βιάστηκε να προσθέσει: Δεν πρόκειται για δημαγωγία, Μουράτοβ. Θα έρθω εκεί και εσείς θα ανοίξετε τις πόρτες και θα τους ελευθερώσετε όλους. Ως αντάλλαγμα για τους 900 πολίτες θα πάρετε τον πρωθυπουργό της Ρωσίας. Ευνοϊκή συμφωνία, δεν συμφωνείτε; Και τότε θα ακούσω όλες σας τις αξιώσεις. Στο σφραγισμένο φάκελο βρισκόταν η διαταγή που είχε ήδη γραφτεί στο αεροπλάνο: δέκα λεπτά μετά από την στιγμή που θα βγει και ο τελευταίος όμηρος από το νοσοκομείο, να βομβαρδιστεί η περιοχή και αμέσως μετά η έφοδος. Μέσα στα ερείπια θα σκοτωθούν όλοι οι κακοποιοί και μαζί με αυτούς και Βίκτωρ Στεπάνοβιτς Λορίς Μελίκοβ. Μετά από αυτό κανένας τρομοκράτης δεν θα τολμήσει ποτέ να πάρει Ρώσους πολίτες ως ομήρους. Ποτέ. Ο Χατζί σκέφτηκε: Ο Αλλάχ έκανε το θαύμα του. Θα διασώσουμε την τιμή μας και δεν θα χρειαστεί να παραδοθούμε. Θα ξαναπολεμήσουμε. Σκέφτηκε κάτι άλλο: Εάν όλοι οι υπουργοί του Λευκού Τσάρου ήταν σαν και αυτόν τότε μπορεί και η ανεξαρτησία να μην χρειαζόταν. Και φωναχτά είπε:
- Οι πολεμιστές του Ισλάμ δεν κρύβονται πίσω από γυναίκες και αρρώστους. Κράτησε τα τσακάλια σου, για να μην πυροβολούν και εσύ μην έρθεις. Τι να σε κάνω;

Κεφάλαιο 6ο
Τελευταίος από την πύλη βγήκε ο αρχίατρος. Αυτό έγινε στις 18.07. στάθηκε για λίγο και γύρισε προς το νοσοκομειακό κτήριο σαν να ήθελε να το αποχαιρετήσει και τρέχοντας διέσχισε την άδεια πλατεία. Στις 18.30 ξεκίνησαν οι πυροβολισμοί και αμέσως μετά ο βομβαρδισμός. Η μάχη ήδη κρατούσε πολλές ώρες , είχε ξεκινήσει στον πρώτο όροφο, μετά στον δεύτερο, στον τρίτο, στον τέταρτο και τέλος στην ταράτσα. Ήταν ήδη βαθιά μεσάνυχτα όταν στην αίθουσα τελετών του γυμνασίου , οπού βρισκόταν το προσωρινό αρχηγείο, μπήκε ο επαρχιακός στρατιωτικός διοικητής και με μια υπόκλιση τοποθέτησε στο τραπέζι, μπροστά από τον Λόρις Μελίκοβ το κομμένο κεφάλι του Χατζί Μουράτοβ
- Η εξοχότητα σας, δεν πιάσαμε ούτε έναν ζωντανό και άνοιξε τα χέρια στον στρατηγό. Το κεφάλι του Αμπρέκου στην κορυφή δεν είχε μαλλιά, ενώ από μπροστά είχε μια μακριά πυκνή μαύρη γενειάδα. Τα ανοιχτά του μάτια φαινόταν γαλάζια. Κοιτούσαν αγρία τον πρωθυπουργό, ενώ ολόκληρο το πρόσωπο του νεκρού φαινόταν ήσυχο και ίσως και γαλήνιο. East is East, West is West[3], σκέφτηκε ο Βίκτωρ Στεπάνοβιτς, του οποίου η δεύτερη γέννηση τον ενέπνεε ποιητικά. Προφανώς, αυτά τα αγρία παιδιά του βουνού θα χρειαστεί να τα αφήσουμε ελεύθερα. Ας ζήσουν όπως αυτοί θέλουν. Με το ζόρι καλός δεν γίνεσαι.
[1] Σημ. μεταφραστή Οι Μιουρίντοι είναι φυλή του Καυκάσου
[2] Σημ. μετ. Οι Νουκέρνοι είναι μογγολική φυλή που έφτασε στον Καύκασο τον 12ο-13ο αιώνα
[3] Η Ανατολή είναι Ανατολή, η Δύση είναι Δύση

Δεν υπάρχουν σχόλια: